Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μεϊτζί (περίοδος)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η περίοδος Μεϊτζί είναι μια περίοδος της ιαπωνικής ιστορίας που διήρκεσε από τις 23 Οκτωβρίου 1868 έως τις 30 Ιουλίου 1912.[1] Αυτή η εποχή αντιπροσωπεύει το πρώτο μισό της Αυτοκρατορίας της Ιαπωνίας, περίοδο κατά την οποία η Ιαπωνία μετατράπηκε από μια απομονωμένη φεουδαρχική κοινωνία, που κινδύνευε από την αποικιοκρατία των ευρωπαϊκών δυνάμεων, στο νέο υπόδειγμα ενός σύγχρονου, βιομηχανικού έθνους-κράτους και σε μία αναδυόμενη μεγάλη δύναμη, με επιρροές από την επιστήμη, την τεχνολογία, τη φιλοσοφία, την πολιτική, το δίκαιο, και την τέχνη της Δύσης. Ως αποτέλεσμα αυτής της μαζικής υιοθέτησης ριζικά διαφορετικών ιδεών, οι αλλαγές στην Ιαπωνία ήταν βαθιές και επηρέασαν την κοινωνική δομή, την εσωτερική πολιτική, την οικονομία, τον στρατό και τις εξωτερικές της σχέσεις. Η περίοδος συνέπεσε με τη βασιλεία του αυτοκράτορα Μεϊτζί και την διαδέχθηκε η εποχή Ταϊσό, μετά την ανάρρηση του αυτοκράτορα Ταϊσό.

Η Μεταρρύθμιση Μεϊτζί

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 3 Φεβρουαρίου 1867, ο 14χρονος πρίγκιπας Mutsuhito διαδέχτηκε τον πατέρα του, αυτοκράτορα Κομέι, στον Θρόνο του Χρυσάνθεμου, ως 122ος αυτοκράτορας.

Στις 9 Νοεμβρίου 1867, ο τότε shōgun Τοκουγκάουα Γιοσινόμπου υπέβαλε την παραίτησή του στον αυτοκράτορα και αποχώρησε, όπως προβλεπόταν από τον νόμο, δέκα ημέρες αργότερα.[2] Η αυτοκρατορική μεταρρύθμιση πραγματοποιήθηκε το επόμενο έτος, στις 3 Ιανουαρίου 1868, με τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Η πτώση του Έντο το καλοκαίρι του 1868 σηματοδότησε το τέλος του σογκουνάτου Τοκουγκάβα και ανακηρύχθηκε το πέρασμα σε μια νέα εποχή, την περίοδο Μεϊτζί.

Ο δεκαπεντάχρονος αυτοκράτορας Μεϊτζί πηγαίνει από το Κιότο στο Τόκιο στα τέλη του 1868, μετά την πτώση του Έντο

Η πρώτη μεταρρύθμιση ήταν η έκδοση του Όρκου των Πέντε Άρθρων το 1868, μια γενική δήλωση των στόχων των ηγετών του Μεϊτζί, ώστε να τονώσουν το ηθικό και να κερδίσουν οικονομική υποστήριξη για τη νέα κυβέρνηση. Οι πέντε διατάξεις που περιελάμβανε ήταν οι εξής:

  1. Σύσταση εθνοσυμβουλίου.
  2. Συμμετοχή όλων των τάξεων στην τέλεση των κρατικών υποθέσεων.
  3. Ανάκληση των νόμων περί κατανάλωσης και ταξικοί περιορισμοί στην απασχόληση.
  4. Αντικατάσταση των «κακών εθίμων» με τους «δίκαιους νόμους της φύσης», και
  5. Μια διεθνής αναζήτηση γνώσης για την ενίσχυση των θεμελίων της αυτοκρατορικής κυριαρχίας.

Από τον Καταστατικό Όρκο απέρρεε έμμεσα και ο τερματισμός της αποκλειστικής πολιτικής κυριαρχίας των bakufu (άμεση διοίκηση του shōgun, συμπεριλαμβανομένων των αξιωματικών του), καθώς και η δημοκρατικότερη συμμετοχή στην κυβέρνηση. Για την εφαρμογή του Καταστατικού Όρκου, τον Ιούνιο του 1868 καταρτίστηκε ένα βραχύβιο σύνταγμα, αποτελούμενο από έντεκα άρθρα. Εκτός από την πρόβλεψη ενός νέου Συμβουλίου της Επικρατείας, νέων νομοθετικών οργάνων και συστημάτων ιεράρχησης των ευγενών και των κρατικών αξιωματούχων, το σύνταγμα αυτό περιόρισε τη θητεία των αξιωματούχων στα τέσσερα χρόνια, θέσπισε τη λαϊκή ψήφο, προσέφερε ένα νέο φορολογικό σύστημα και όρισε νέους κανόνες τοπικής αυτοδιοίκησης.

Η κυβέρνηση Μεϊτζί διαβεβαίωσε τις ξένες δυνάμεις ότι θα τηρούσε τις παλιές συνθήκες που διαπραγματεύθηκαν οι bakufu και ανακοίνωσε ότι θα ενεργούσε σε συμφωνία με το διεθνές δίκαιο. Ο Mutsuhito, ο οποίος έμελλε να βασιλεύσει μέχρι το 1912, όρισε έναν νέο τίτλο βασιλείας - Meiji ή Πεφωτισμένη Διακυβέρνηση - για να σηματοδοτήσει την αρχή μιας νέας εποχής στην ιαπωνική ιστορία. Για να δραματοποιήσει περαιτέρω το νέο καθεστώς, η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από το Κιότο, όπου εδραζόταν από το 794, στο Τόκιο (Ανατολική Πρωτεύουσα), όπως μετονομάστηκε το Έντο. Σε μια καθοριστική κίνηση για την εδραίωση του νέου καθεστώτος, οι περισσότεροι daimyō απέδωσαν οικειοθελώς τη γη και τα αρχεία απογραφής που είχαν στη διάθεσή τους στον αυτοκράτορα, στο πλαίσιο της κατάργησης του συστήματος Χαν συμβολίζοντας έτσι ότι η γη και οι άνθρωποι τελούσαν υπό τη δικαιοδοσία του αυτοκράτορα.

  1. Nussbaum, Louis-Frédéric. (2005). "Meiji" in Japan encyclopedia, p. 624, σ. 624, στα Google Books; n.b., Louis-Frédéric is pseudonym of Louis-Frédéric Nussbaum, see Deutsche Nationalbibliothek Authority File.
  2. Takano, σελ. 256.